Ακολουθήστε το στο Facebook για να μην χάνετε είδηση!
Γαλλία και Βρετανία διολισθαίνουν σε οικονομική κρίση που θα μπορούσε να τις φέρει ακόμα και στο σημείο να χτυπήσουν την πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Η δημοσιονομική κρίση στη Γαλλία πάει χέρι – χέρι με την πολιτική. Χαρακτηριστικό είναι πως την Τρίτη (26/8) το κόστος δανεισμού για τη Γαλλία εκτινάχθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο, ενώ οι μετοχές κατέγραψαν πτώση για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα, καθώς η κυβέρνηση Μπαϊρού ανακοίνωσε πως θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης.
Πριν από το σχεδόν πέντε δεκαετίας και τότε μια κυβέρνηση των Εργατικών υπό τον Τζέιμς Κάλαχαν είχε αναγκαστεί να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καθώς τα ελλείμματα και ο πληθωρισμός στη Βρετανία είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Το πακέτο διάσωσης συνοδευόταν από βαριές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες με αποτέλεσμα λίγα χρόνια αργότερα οι Εργατικοί να καταρρεύσουν και να ανέλθουν στην εξουσία οι Συντηρητικοί με την Μάργκαρετ Θάτσερ.
Τώρα, οικονομολόγοι προειδοποιούν την υπουργό Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς για τους ίδιους κινδύνους. Οι οικονομικές προβλέψεις δείχνουν τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα με μια «μαύρη τρύπα» που αγγίζει τις 50 δισεκατομμύρια λίρες (περίπου 58 δισ. ευρώ), ενώ οι τόκοι για το δημόσιο χρέος ξεπερνούν πλέον τις 111 δισ. λίρες.
Το χρέος ανέρχεται στο 96% του ΑΕΠ – περίπου 2,7 τρισ. λίρες – ένα από τα υψηλότερα πλέον στον ανεπτυγμένο κόσμο. Το κόστος δανεισμού της κυβέρνησης έχει εκτιναχθεί, με τις αποδόσεις των 30ετών ομολόγων να ξεπερνούν το 5,5%, υψηλότερες ακόμη και από αυτές της Ελλάδας.
Γαλλία: Όλοι προεξοφλούν το τέλος της περιόδου Μπαϊρού
Επενδυτές και πολιτικοί αναλυτές προεξοφλούν την κατάρρευση της κυβέρνησης και μια νέα περίοδο πολιτικής αναταραχής στη Γαλλία. Οι πολιτικές του Εμανουέλ Μακρόν έχουν οδηγήσει τη Γαλλία σε σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα, ενώ από τον Ιούνιο του 2024 μαστίζεται και από πολιτική κρίση λόγω της αδυναμίας σχηματισμού μιας σταθερής κυβέρνησης για να προωθήσει ένα πρόγραμμα λιτότητας για μείωση του δημόσιου χρέους και των υψηλών ελλειμμάτων.
Ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι θα διεξαχθεί ψήφος εμπιστοσύνης στις 8 Σεπτεμβρίου σχετικά με το σχέδιό του για περικοπές και φόρους ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ, καθώς η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς υψηλού ελλείμματος βάσει των ορίων της ΕΕ. Την ίδια στιγμή ωστόσο ο Εμανουέλ Μακρόν ηγείται των πρωτοβουλιών για υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες για το ουκρανικό, γεγονός που έχει πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις στο εσωτερικό της χώρας – αλλά και στο εξωτερικό.
«Αν δεν έχεις πλειοψηφία, η κυβέρνηση πέφτει», δήλωσε ο Φρανσουά Μπαϊρού τη Δευτέρα, προαναγγέλλοντας έμμεσα το τέλος της κυβέρνησής του, η οποία δεν διαθέτει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και στηρίζεται στην ανοχή της ακροδεξιάς. Η επικεφαλής της «Εθνικής Συσπείρωσης» Μαρίν Λεπέν έχει απορρίψει το οικονομικό πρόγραμμα, όπως και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης (η «Ανυπότακτη Γαλλία» και οι Σοσιαλιστές), και όλα δείχνουν πως η ψήφος εμπιστοσύνης θα είναι και το «κύκνειο άσμα» της κυβέρνησης Μπαϊρού.
Κίνδυνος για προσφυγή του Παρισιού στο ΔΝΤ
Ο υπουργός Οικονομικών, Ερίκ Λομπάρ, ανέφερε την Τρίτη ότι η κυβέρνηση «σίγουρα δεν έχει παραιτηθεί» μπροστά στο ενδεχόμενο ήττας στην ψηφοφορία εμπιστοσύνης. Ωστόσο προειδοποίησε πως υπάρχει κίνδυνος να παρέμβει το ΔΝΤ σε περίπτωση κατάρρευσης της κυβέρνησης τον επόμενο μήνα. «Αυτός είναι ο κίνδυνος που έχουμε μπροστά μας… [ότι] η χρηματοοικονομική κατάσταση θα επιδεινωθεί, κάτι που θέλουμε και πρέπει να αποφύγουμε. Αλλά δεν μπορώ να σας πω ότι αυτός ο κίνδυνος δεν υπάρχει», δήλωσε στο ραδιόφωνο France Inter.
Εάν η κυβέρνηση καταρρεύσει, συνέχισε, το κόστος δανεισμού της Γαλλίας θα ξεπεράσει αυτό της Ιταλίας «εντός 15 ημερών», προσθέτοντας ότι «θα είμαστε πραγματικά οι τελευταίοι από τους 27 στην Ευρώπη». Σημειώνεται πως οι αποδόσεις οι αποδόσεις του 10ετούς γαλλικού ομολόγου είναι πλέον από τις υψηλότερες στην ευρωζώνη, έχοντας ήδη ξεπεράσει χώρες που κάποτε βρίσκονταν στην καρδιά της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία.
Στα ύψη το κόστος δανεισμού της Γαλλίας
Το κόστος δανεισμού της Γαλλίας για 10ετή ομόλογα έφτασε το 3,53%, πλησιάζοντας το υψηλότερο επίπεδο που είχε καταγραφεί τον περασμένο Μάρτιο, στην περίοδο μετά την οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη. Τη Δευτέρα ο Μπαϊρού δήλωσε ότι το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα ξεπεράσει όλες τις άλλες δαπάνες, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, φτάνοντας τα 66 δισεκατομμύρια ευρώ φέτος και τα 75 δισεκατομμύρια ευρώ «στην καλύτερη περίπτωση» το 2026.
«Ο κίνδυνος που βλέπει η αγορά είναι ότι αν η κυβέρνηση πέσει ξανά, θα υπάρξει πλήρες αδιέξοδο και καμία πιθανότητα αντιμετώπισης του ελλείμματος», δήλωσε στους Financial Times ο Πίτερ Σάφρικ, επικεφαλής στρατηγικής μακροοικονομικών στην Ευρώπη στη RBC Capital Markets. Ο Εμανουέλ Κο, επικεφαλής στρατηγικής ευρωπαϊκών μετοχών στη Barclays, δήλωσε ότι η πτώση της αγοράς το πρωί της Τρίτης ενσωμάτωνε δύο κινδύνους: «πολιτική αστάθεια και περισσότερη δημοσιονομική χαλαρότητα».
Ο Νικολά Τριντάντ πρόσθεσε ότι η ανάληψη καθηκόντων από νέο πρωθυπουργό «δεν θα αλλάξει την αριθμητική του κοινοβουλίου», οπότε οποιαδήποτε ουσιαστική δημοσιονομική προσαρμογή «θα παραμείνει πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί». Σημείωσε, ακόμη, ότι μια πρόωρη εκλογική αναμέτρηση «θα εγκυμονούσε τον κίνδυνο να αποκτήσει η ακροδεξιά καθαρή πλειοψηφία αυτή τη φορά».
Ο Μουτζτάμπα Ραχμάν, γενικός διευθυντής για την Ευρώπη στην Eurasia Group, είπε ότι το βασικό σενάριο που εξετάζουν οι αναλυτές του Ινστιτούτου είναι πως ο πρωθυπουργός θα αποπεμφθεί στις 8 Σεπτεμβρίου.
«Το ευρύτερο ερώτημα για το ευρώ είναι αν τα τελευταία νέα από τη Γαλλία αποσταθεροποιούν την εμπιστοσύνη στο ευρώ συνολικά ή αν αυτό είναι ένα απομονωμένο γαλλικό ζήτημα», ανέφερε ο Κρις Τέρνερ, επικεφαλής ερευνών αγορών στην ING. Αναλυτές της Barclays προβλέπουν «ουσιαστικά αμετάβλητο» το γαλλικό έλλειμμα τα επόμενα δύο χρόνια, στο 5,6% του ΑΕΠ το 2025 και 5,4% το 2026, μετά το 5,8% του περασμένου έτους.
Βρετανία: «Καταστροφικές πολιτικές» και «κίνδυνος επιστροφής του ΔΝΤ»
Η οικονομική πολιτική των Εργατικών – σε συνδυασμό και με τις αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες για την υποστήριξη του πολέμου στην Ουκρανία – πιέζουν την βρετανική οικονομία και σύμφωνα με τους οικονομολόγους αναζωπυρώνουν τον κίνδυνο επιστροφής σε μια εποχή υψηλού στασιμοπληθωρισμού και υπερβολικού δανεισμού, μιας κρίσης δηλαδή αντίστοιχης με αυτήν που είχε οδηγήσει τη χώρα στο δρόμο του ΔΝΤ.
Η κατάσταση της οικονομίας έχει προκαλέσει καταιγισμό πυρών και από την αντιπολίτευση. Τόσο οι Συντηρητικοί, όσο και ο ηγέτης του Reform UK, Νάιτζελ Φάρατζ, κατακεραυνώνουν την κυβέρνηση για «καταστροφική κακοδιαχείριση».
Η Κέμι Μπάντενοχ, που διαδέχτηκε τον Ρίσι Σούνακ στην ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος (Τόρις), τόνισε στην Telegraph: «Έχουμε ξαναβρεθεί εδώ. Μετά το πακέτο διάσωσης του ΔΝΤ και τον “χειμώνα της δυσαρέσκειας” τη δεκαετία του ’70. Μετά την κρίση του 2008. Και στις δύο περιπτώσεις, ήταν το Συντηρητικό Κόμμα που ανέλαβε να σταθεροποιήσει το πλοίο, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να βάλει τα θεμέλια για ανάκαμψη. Θα συμβεί ξανά».
Οικονομολόγοι: «Όλα θυμίζουν την κρίση του 1976»
Η Ριβς καλείται πλέον να καταθέσει έναν προϋπολογισμό για να καλύψει την τρύπα των 50 δισεκατομμυρίων λιρών. Ο Άντριου Σέντανς, πρώην μέλος της Νομισματικής Επιτροπής της Τράπεζας της Αγγλίας, δήλωσε στην Telegraph ότι η κατάσταση «θυμίζει έντονα τη δεκαετία του ’70».
«Η Ρέιτσελ Ριβς οδεύει να προκαλέσει μια κρίση αντίστοιχης του 1976, στα τέλη του 2025 ή το 2026. Όπως και τότε η κυβέρνηση έχει αυξήσει υπερβολικά τις δημόσιες δαπάνες, το δανεισμό και τους φόρους – τροφοδοτώντας τόσο πληθωρισμό ζήτησης όσο και κόστους. Αν δεν αλλάξει πορεία, οδηγούμαστε σε οικονομική κατάρρευση», τόνισε και πρόσθεσε:
«Έχουμε αποδόσεις ομολόγων ακόμη υψηλότερες από τις ΗΠΑ, και μάλιστα ξεπερνούμε και την Ελλάδα στο κόστος δανεισμού – κάτι που αποτελεί καταδίκη για την εικόνα της Βρετανίας στις αγορές».
► Μακρόν, Μερτς, Στάρμερ: Οι τρεις «ηγέτες του πολέμου» χάνουν τη μάχη στη χώρα τους
Το δημόσιο χρέος της Βρετανίας έχει οδηγήσει τις διεθνείς αγορές να ανεβάσουν τα επιτόκια δανεισμού στη Βρετανία με την απόδοση των 30ετών κρατικών ομολόγων να φτάνει την Παρασκευή στο 5,58%, ξεπερνώντας τα επίπεδα της βραχύβιας κρίσης που είχε προκαλέσει η οικονομική πολιτική της Λιζ Τρας, πριν καταρρεύσει και αποχωρήσει από την εξουσία σε λιγότερο από δύο μήνες.
Με αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στο 96,3%, η Βρετανία έχει το πέμπτο υψηλότερο ποσοστό στον ανεπτυγμένο κόσμο. Οι πληρωμές τόκων αναμένεται να φτάσουν φέτος τα 111,2 δισ. λίρες – δηλαδή 1 στις 12 λίρες των κρατικών δαπανών, σύμφωνα με το Γραφείο Δημοσιονομικής Ευθύνης.
Ο Βίλεμ Μπάιτερ, επίσης πρώην μέλος της Νομισματικής Επιτροπής, προειδοποίησε ότι, αν η Ριβς δεν αλλάξει πορεία, θα αντιμετωπίσει πίεση από τις αγορές «τουλάχιστον εξίσου ισχυρή με εκείνη που άσκησε το ΔΝΤ στη δεκαετία του ’70». Τόνισε ότι η Υπουργός θα «αναγκαστεί» να σπάσει τις δεσμεύσεις του μανιφέστου των Εργατικών και να αυξήσει φόρους στους εργαζόμενους το φθινόπωρο, ώστε να κατευνάσει τις αγορές.
«Δεν υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πέρα από το να εγκαταλείψει τη δέσμευση ότι δεν θα αυξήσει τους βασικούς φόρους – φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ – σε αυτή τη θητεία. Θα αναγκαστεί να το κάνει», σημείωσε.
Η απάντηση του Υπουργείου Οικονομικών της Βρετανίας
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών απέρριψε τις κατηγορίες ότι η Βρετανία βρίσκεται στο χείλος κρίσης τύπου ’70. «Η κυβέρνηση λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για να σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά και να επανεκκινήσει την ανάπτυξη, με στρατηγική που έχει εγκριθεί από το ΔΝΤ», ανέφερε.
«Το Σχέδιο για την Αλλαγή θα βάλει περισσότερα χρήματα στις τσέπες των εργαζομένων. Η δέσμευσή μας σε ισχυρούς δημοσιονομικούς κανόνες βοήθησε ήδη να μειωθούν τα επιτόκια πέντε φορές μετά τις εκλογές. Μειώνουμε τον κρατικό δανεισμό ώστε να μπορέσουμε να επενδύσουμε σε καλύτερα σχολεία, νοσοκομεία και υπηρεσίες για τις οικογένειες».
ieidiseis.gr