Ακολουθήστε το Kriti360 στο Facebook για να μην χάνετε είδηση!

Στις 28 Μαρτίου του 1985 εκλεγόταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Χρήστος Σαρτζετάκης. Ταυτόχρονα, όμως, η εκλογή του σφράγιζε τον σασμό με τον οποίο έκλεινε η τελευταία βεντέτα της Κρήτης.

Ενας Πεντάρης, βουλευτής Χανίων, που μάλιστα είχε θρηνήσει τον ίδιο του αδελφό ως θύμα στον κύκλο του αίματος, ψήφιζε έναν Σαρτζέτη. Η «ατίμωση» μιας γυναίκας άλλωστε φέρεται ότι ήταν η αιτία ανάμεσα στους Πεντάρηδες και τους Σαρτζέτηδες και μέσα στα 70 και πλέον χρόνια που κράτησε χάθηκαν περισσότεροι από 120 άνθρωποι από τις δύο οικογένειες…

Σύμφωνα με όσους γνωρίζουν καλά τους κανόνες του γδικιωμού για το άδικο, κανένας από τους κύκλους της βίας που άνοιξαν και εξελίχθηκαν έπειτα από αυτό τον σασμό δεν πληροί τα χαρακτηριστικά της βεντέτας – η βάση της, άλλωστε, είναι η αντεκδίκηση για αδικοπραξία σε βάρος της τιμής.

Τι συνέβη, όμως στα Βορίζια, ένα χωριό που έχει θρηνήσει νεκρούς από γδικιωμό στο παρελθόν και μάλιστα για «ασήμαντη αφορμή»;

«Δεν μιλάμε για βεντέτα», λέει κατηγορηματικά ο Γιώργος Παπακωνσταντής, καθηγητής Εγκληματολογίας, συγγραφέας και ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. εν αποστρατεία, και προσθέτει ότι ο χαρακτηρισμός που περιγράφει καλύτερα όσα συνέβησαν και είχαν απολογισμό τους δύο νεκρούς, έναν από κάθε οικογένεια, είναι αυτός της «συγκρουσιακής βίας».

Οι οικογένειες Καργάκη και Φραγκιαδάκη γίνεται σαφές από τις μαρτυρίες και τις περιγραφές ότι έχουν εδώ και χρόνια κακές σχέσεις, κάτι που μπορεί να συμβαίνει μεταξύ οικογενειών οπουδήποτε και όχι αποκλειστικά στην Κρήτη. Η ένταση ανάμεσα στις οικογένειες κλιμακώθηκε με αφορμή την αγοραπωλησία ενός σπιτιού και εντέλει έφτασαν στο έγκλημα.

Οπουδήποτε αλλού θα μιλούσαμε για ξεκαθάρισμα λογαριασμών, ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Παπακωνσταντής, οι ιδιαιτερότητες στην προκειμένη περίπτωση είναι δύο: δεν μιλάμε για ομάδες ατόμων σε αντιπαράθεση, αλλά για μέλη οικογενειών, γεγονός συνηθισμένο στην Κρήτη, και παράλληλα για κατοχή και χρήση όπλων, κάτι που επίσης συνηθίζεται στο νησί. «Ενεργή βεντέτα δεν υπάρχει, η τελευταία ήταν εκείνη των Σαρτζετάκηδων και των Πενταράκηδων, τα υπόλοιπα ανάγονται στους μύθους γύρω από την παράδοση, που όμως πλέον έχει φτάσει στην παράβαση».

Σύμφωνα με τους κανόνες της βεντέτας, αυτός που σκοτώνει ξέρει την ίδια κιόλας στιγμή ότι θα είναι το επόμενο θύμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις βεντέτες, εκτός από τη μάνα του θύματος, μοιρολογούσε και η μάνα του δράστη αφού γνώριζε ότι το δικό της παιδί έπαιρνε σειρά. Στόχος, άλλωστε, ήταν ο «ανθός» της κάθε οικογένειας.

Από τις μπαλωθιές στο μακελειό - Ο κύκλος αίματος στα Βορίζια και η παραβατικότητα στην ορεινή Κρήτη
«Σήμερα δεν μιλάμε για βεντέτα», λέει ο Γιώργος Παπακωνσταντής, καθηγητής Εγκληματολογίας, συγγραφέας και ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. εν αποστρατεία
Στα ορεινά χωριά της Κρήτης όπου διατηρούνται, έστω ξεφτισμένα, έθιμα και παραδόσεις, παραμένει μια υφέρπουσα ατμόσφαιρα που θέλει τους άντρες να έχουν χαρακτηριστικά σκληρών κι ανυπότακτων: να ’ναι «καπεταναίοι», κάτι που προέρχεται από την ιστορία αντίστασης του νησιού στους διαδοχικούς εισβολείς και κατακτητές. Η επίδειξη της σκληράδας, όμως, γίνεται πλέον με την κατανάλωση αλκοόλ, τα ακριβά και γρήγορα αυτοκίνητα, έστω κι αν αυτά χρησιμοποιούνται μόνο για να πάνε μέχρι την κοντινότερη πόλη για ψώνια· ούτε για ταξίδια, ούτε για ευχαρίστηση, παρά μόνο για επίδειξη.

Ταυτόχρονα, η οπλοκατοχή, που συμπληρώνει την εικόνα, συγκαταλέγεται στα «αντρικά πράγματα». «Στην πραγματικότητα δεν μιλάμε για την Κρήτη στο σύνολό της, μιλάμε για συγκεκριμένα ορεινά χωριά και πληθυσμό που δεν ξεπερνά τα 15.000-20.000 άτομα στο σύνολο των 620.000 που ζουν στο νησί», επισημαίνει ο κ. Παπακωνσταντής.

Τα ορεινά χωριά όπως τα Βορίζια, τα Ζωνιανά, τα χωριά του Μυλοποτάμου είναι κλειστές κοινωνίες με μεγάλες οικογένειες, οι οποίες κατά κανόνα αποκτούν πολλά παιδιά. Παρά την παραδοχή ότι η Κρήτη είναι μια κατά βάση μητριαρχική κοινωνία, οι γυναίκες παραμένουν περιορισμένες. Είναι χαρακτηριστική η βαριά κρητική προφορά των γυναικών των οικογενειών Καργάκη και Φραγκιαδάκη που μίλησαν δημόσια τις προηγούμενες ημέρες, που δείχνει ότι έρχονται σε μικρότερη επαφή με την εκτός των χωριών τους κοινωνία.

«Το θέμα είναι πόσο μπορούν να επηρεάσουν τους άνδρες ή τους γιους τους οι γυναίκες σε αυτά τα χωριά», μας λέει ο κ. Παπακωνσταντής και επισημαίνει ότι «στη σκοτεινή πλευρά της Κρήτης» οι γυναίκες δεν μπορούν καλά-καλά να πάνε ούτε στα καφενεία ασυνόδευτες. Στις μικροκοινωνίες των ορεινών και άλλοτε πολύ απομονωμένων χωριών η έννοια του σογιού, της οικογένειας αποτελεί τη βάση και η ενίσχυσή της με κάθε τρόπο αποτελεί ζητούμενο: Συντεκνίες και συμπεθεριάσματα διαμορφώνουν δίκτυα επιρροής, το ζητούμενο όμως είναι πώς χρησιμοποιούνται. Μπορεί απλά η οικογένεια να ισχυροποιείται κοινωνικά, να δημιουργούνται προϋποθέσεις για αύξηση της οικονομικής της ισχύος, αλλά μπορεί -και αυτό συμβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις, όπως έχει διαπιστωθεί- να λειτουργεί τελικά ως εγκληματικό δίκτυο. Αλλωστε, οι συγγενικοί δεσμοί ενισχύουν την εμπιστοσύνη, στοιχείο σημαντικό για όσους δρουν εκτός νόμου.

Ζωνιανά, 2007

Στην αιματηρή επέμβαση της Αστυνομίας στα Ζωνιανά, το 2007, όταν χάθηκε ο αστυνομικός Στάθης Λαζαρίδης, οι οικογένειες λειτούργησαν ως εγκληματικά δίκτυα για να αποκλειστεί η είσοδος της Αστυνομίας, να απομακρυνθούν στη συνέχεια τα όπλα και να «καθαρίσει» από ενοχοποιητικά στοιχεία το χωριό, πριν από τη νέα επέμβαση της ΕΛ.ΑΣ. με ενισχυμένες δυνάμεις. Το χωριό περίμενε, τότε, την αστυνομική επιχείρηση, αφού είχαν προηγηθεί συλλήψεις δύο εξαδέλφων για ναρκωτικά και έτσι οι φαμίλιες υποδέχτηκαν το κονβόι των 14 τζιπ της ΕΛ.ΑΣ. με καλάσνικοφ.

Με τον ίδιο τρόπο λειτούργησαν οι οικογένειες και την περασμένη εβδομάδα στα Βορίζια που έσπευσαν να εξαφανίσουν τα όπλα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στη φονική συμπλοκή: η Αστυνομία τα αναζήτησε με ανιχνευτές μετάλλου ακόμη και σε… νεκροταφεία. Σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντή, που αφήνοντας την Αστυνομία πριν από αρκετά χρόνια είχε ήδη οργανώσει και πάρει μέρος σε αστυνομικές επιχειρήσεις στα ορεινά χωριά της Κρήτης, «τα πράγματα είναι καλύτερα τώρα σε σχέση με 20-30 χρόνια πριν». Τότε, τα περισσότερα παιδιά εγκατέλειπαν το σχολείο σχεδόν μετά το Δημοτικό, κάτι που δεν καταγράφεται πλέον.

Το νταηλίκι

Στους παράγοντες που ενισχύουν την παραβατική συμπεριφορά, πάντως, ο ίδιος συνυπολογίζει το γεγονός ότι στις κλειστές κοινωνίες διατηρούνται προνεωτερικά στοιχεία, ενώ προσθέτει ότι το εξασφαλισμένο εισόδημα είτε από επιδοτήσεις, είτε από παράνομες δραστηριότητες (όπως καλλιέργειες χασίς, που πλέον είναι σημαντικά λιγότερες) δημιούργησε ολόκληρες γενιές άεργων, σε περιοχές, μάλιστα, όπου οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι οικογένειες είναι πολύτεκνες. «Με μια στρεβλή αντίληψη, η καταξίωση μέσα στην οικογένεια και στην περιοχή έρχεται από το νταηλίκι. Φτάνουν ακόμη και να περηφανεύονται αν έχουν κάνει φυλακή, ενώ οι αντιζηλίες μεταξύ οικογενειών μεγεθύνονται».

Ο εγκληματολόγος τονίζει ότι ακόμη και στα χωριά όπου εκδηλώνεται αυτή η οικογενειακού τύπου παραβατικότητα τέτοιες συμπεριφορές δεν αφορούν το σύνολο του πληθυσμού. Παραδέχεται, ωστόσο, ότι είναι πολύ δύσκολο να αντιδράσουν οι νομοταγείς πολίτες ακόμα και τη στιγμή που υφίστανται πολλές φορές οι ίδιοι τις συνέπειες της αυξημένης παραβατικότητας στον τόπο τους, τόσο από τους παράνομους όσο και από τον νόμο…

«Ακόμη και η Αστυνομία, άθελά της, σπρώχνει το θυμικό των πολιτών προς τους παραβάτες», λέει και εξηγεί: «Για παράδειγμα, οι αστυνομικές επιχειρήσεις κατά κανόνα περιλαμβάνουν γενικά μπλόκα και όλοι αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Σκεφτείτε, λοιπόν, τον νομοταγή πολίτη που ενδεχομένως ακόμη και μπροστά στο παιδί του ελέγχεται από πάνοπλους αστυνομικούς ως ύποπτος υψηλού κινδύνου. Τέτοιες συμπεριφορές φέρνουν αντιπαράθεση με την Αστυνομία. Κι όμως, η Κρήτη είναι η πιο έντονα αστυνομευόμενη περιοχή σε όλη την Ελλάδα. Αυτό που λείπει είναι οι πληροφορίες και όχι τα μπλόκα και οι γενικές επιχειρήσεις. Ενα δίκτυο πληροφόρησης που οδηγεί σε στοχευμένη δράση είναι αυτό που μπορεί να φέρει αποτελέσματα».

Ο όρος του Βασίλη Σκουλά

Ο κ. Παπακωνσταντής δεν παραβλέπει τον ρόλο κάποιων κοινωνικών φορέων στη διαμόρφωση και την ενίσχυση, πολλές φορές, των προτύπων που οδηγούν σε παραβατικές συμπεριφορές. Λέει, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν καλλιτέχνες, όπως ο Βασίλης Σκουλάς, που θέτουν ως όρο να μη χρησιμοποιηθούν όπλα, να μην «παίξουν» σε πανηγύρια και εκδηλώσεις, προκειμένου να εμφανιστούν. Ο Σκουλάς, άλλωστε, έχει χτυπηθεί από μπαλωθιά ενώ έπαιζε πολλά χρόνια πριν.

Από τις μπαλωθιές στο μακελειό - Ο κύκλος αίματος στα Βορίζια και η παραβατικότητα στην ορεινή Κρήτη

«Υπάρχουν, όμως, κι άλλοι που γίνονται με τη συμπεριφορά τους μέρος του προβλήματος, αφού όχι μόνο ενθαρρύνουν με τον τρόπο τους τις μπαλωθιές, αλλά στηρίζουν τις μουσικές τους επιτυχίες στα τραγούδια για τα όπλα και την κακώς εννοούμενη αντρειά». Ενα ακόμη παράδειγμα είναι η στάση της Εκκλησίας στις εξαναγκαστικές ουσιαστικά βαπτίσεις: «Το να βαπτιστεί ένα παιδί προκειμένου να ακολουθήσει η κηδεία του γονιού βασίζεται σε μια παρωχημένη αντίληψη του 19ου αιώνα. Ποιος είναι ο ρόλος της Εκκλησίας όταν δέχεται να γίνει εξαναγκαστικά ένα μυστήριο;» αναρωτιέται.

Μπορούν τα αυστηρότερα μέτρα σε ό,τι αφορά τις ποινές στους παραβάτες να λύσουν το πρόβλημα; Για τον κ. Παπακωνσταντή, που έχει αντιμετωπίσει το πρόβλημα τόσο από την απόσταση του εγκληματολόγου όσο και από τον ρόλο του δρώντος οργάνου του νόμου, αυτό που απαιτείται ως άμεσο μέτρο είναι ο εκσυγχρονισμός και η ευελιξία της νομοθεσίας: «Δεν είναι αποτελεσματικό μέτρο το να γίνει πιο αυστηρό και απαιτητικό το πλαίσιο για την οπλοφορία. Το να χρειάζεται μια δύσκολη διαδικασία και πολλά χαρτιά και δικαιολογητικά επί δικαιολογητικών λειτουργεί αποτρεπτικά, τα όπλα θα παραμείνουν παράνομα. Επιπλέον, δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις όλα τα όπλα με τον ίδιο τρόπο. Αλλο είναι ένα καλάσνικοφ, άλλο ένα πολεμικό όπλο του Α’ ή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που αποτελεί οικογενειακό κειμήλιο. Και βέβαια το σημαντικό από την πλευρά της Αστυνομίας είναι να καταφέρει να ενισχύσει τη ροή της πληροφορίας και να χρησιμοποιήσει σύγχρονα μέσα ώστε να μπορεί να χαρτογραφήσει ποιος κάνει τι και να μην κινείται επί δικαίους και αδίκους».