More

    Εμμανουέλα Κατρινάκη: Τα λαϊκά παραμύθια δεν τρομάζουν τα παιδιά. Δείχνουν στα παιδιά πως οι δράκοι μπορούν να νικηθούν

    Συχνά ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα διχασμό που αφορά στην καταλληλότητα επαφής        των μικρών παιδιών με τα λαϊκά παραμύθια λόγω της βιαιότητας που φανερώνουν.

    Η Εμμανουέλα Κατρινάκη έρχεται να δώσει την απάντηση της, υπογράφοντας το βιβλίο “Το στοίχημα της Σταχτοπούτας – Μια μελέτη για τον κανιβαλισμό στα λαϊκά παραμύθια”. Με πολύτιμους βοηθούς της την πολύπλευρη σπουδή, την αέναη έρευνα και την κριτική -μα εξίσου ευαίσθητη- ματιά της, καταφέρνει να αποκρυπτογραφήσει το λαϊκό παραμύθι και τελικά να τα δικαιώσει. Ένα βιβλίο που αναγάγει το παραμύθι σε επιστήμη, αλλά ταυτόχρονα μπορεί και πρέπει να διαβαστεί από όλους, στα πλαίσια της γενικότερης παράδοσης μας, από μια συγγραφέα που αγαπά να μοιράζεται ό,τι μαθαίνει.

    Οι γονείς να είμαστε ανοιχτοί και ειλικρινείς με τα παιδιά μας, για να είναι κι εκείνα μαζί μας. 

    Επιμέλεια ερωτήσεων Έφη Μαλτέζου

    Στο πλαίσιο της πολυετούς παρουσίας και δράσης σας στον χώρο του λαϊκού παραμυθιού, εκδώσατε μια αξιοπρόσεκτη μελέτη για τον κανιβαλισμό που εντοπίζεται μέσα σε αυτά. Τί σας ώθησε στην εν λόγω έκδοση;

    Το βιβλίο αυτό βασίζεται στη διδακτορική διατριβή που εκπόνησα στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales στο Παρίσι. Είχε πρωτοεκδοθεί στα γαλλικά, από τη Φινλανδική Ακαδημία Επιστημών και περιείχε ένα τμήμα που αφορούσε την τυπολογία των παραμυθιών, κάπως τεχνικό, κι ένα τμήμα που αφορούσε την ερμηνευτική τους προσέγγιση από τη σκοπιά της ψυχαναλυτικής ανθρωπολογίας. Μετά από παρότρυνση φίλων αποφάσισα να το βγάλω και στα ελληνικά, κρατώντας μόνο το ερμηνευτικό κομμάτι, που νομίζω ότι ενδιαφέρει περισσότερο. Τώρα, γιατί διάλεξα το συγκεκριμένο θέμα; Ο κανιβαλισμός στα λαϊκά παραμύθια είναι ένα μεγάλο αίνιγμα. Όπως άλλωστε αινιγματικές και παράξενες είναι γενικότερα οι εικόνες τους, ιδίως αυτών που λέμε «μαγικά παραμύθια». Όταν τα ακούς ή τα διαβάζεις αφήνεσαι στη ροή της ιστορίας και δεν σε παραξενεύει τίποτα από όσα αφηγούνται, αφού είναι παραμύθια, σ’αυτά μπορούν να συμβούν τα πάντα. Σε ταξιδεύουν, σε παίρνουν μαζί τους  ν’ακολουθήσεις τη διαδρομή των ηρωίδων και των ηρώων τους. Κι όταν τελειώνουν, νιώθεις κάτι σαν κάθαρση. Έχεις όμως και την αίσθηση ότι πίσω από τη φανταστική ιστορία που έχεις ακούσει κρύβεται κάτι περισσότερο, ας πούμε ένα κρυπτογραφημένο περιεχόμενο που μετέφεραν οι άνθρωποι για πολλούς αιώνες, σε πολλούς τόπους σε όλη τη γη. Θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε αυτό το βαθύτερο νόημα και πώς; Αυτό ήταν το ερώτημα του βιβλίου.

    Το εξώφυλλο του βιβλίο της κ. Κατρινάκη, “Το στοίχημα της Σταχτοπούτας”

     

    Δεν είναι τυχαία επιλογή της Σταχτοπούτας…

    Η επιλογή της Σταχτοπούτας στον τίτλο του βιβλίου σας είναι τυχαία ή φανερώνει κάποια προτίμηση από μέρους σας σε σχέση με τα άλλα επτά παραμύθια που περιλαμβάνονται;

    Δεν είναι τυχαία, ούτε όμως δηλώνει κάποια προτίμηση. Νομίζω πως είναι η ιστορία με την οποία μπορεί να αρχίσει να ξετυλίγεται το νήμα της ερμηνείας του κανιβαλισμού και γι’ αυτό το λόγο το βιβλίο ξεκινά με τη Σταχτοπούτα. Τι συμβαίνει σ’ αυτό το παραμύθι; Οι ελληνικές παραλλαγές του διαφέρουν από τις γνωστές δυτικοευρωπαϊκές, καθώς σε αυτές δεν υπάρχει η μητριά και οι κόρες τους που κακομεταχειρίζονται τη Σταχτοπούτα, αλλά έχουμε μια μάνα με τρεις κόρες οι οποίες γνέθουν μαζί (σαν τις Μοίρες), και βάζουν ένα στοίχημα: όποιας της κοπεί η κλωστή, να τη σκοτώσουν και να τη φάνε. Τρεις φορές χάνει το στοίχημα η μάνα. Οι μεγαλύτερες κόρες τη σκοτώνουν, τη μαγειρεύουν και την τρώνε, ενώ η Σταχτοπούτα, αν και είχε κι εκείνη συμφωνήσει με το στοίχημα, αποστασιοποιείται, απέχει από το γεύμα, θάβει τα κόκκαλα της μάνας της και την πενθεί. Στον τάφο της μάνας θα βρει στη συνέχεια τα όμορφα φορέματα, θα γοητεύσει το βασιλόπουλο και το τέλος θα είναι το γνωστό μας, με τη δοκιμή του παπουτσιού και τον γάμο. Η Σταχτοπούτα είναι το παραμύθι που πραγματεύεται τη σχέση μάνας- κόρης και τη διαδικασία της ταύτισης, της «μετάδοσης» της θηλυκότητας, μιλά για τη διαδοχή των γενεών, ξεκινώντας από το πρωταρχικό ακόμα στάδιο αυτής της σχέσης, όταν η μητέρα είναι γονιός τροφός. Στα κανιβαλικά  παραμύθια επανέρχεται συνέχεια το θέμα της μητέρας-τροφού και γι’ αυτό σκέφτηκα πως το βιβλίο έπρεπε να ξεκινήσει έτσι, να πατήσει  πάνω σε αυτή την ιδέα.

    “Τα παραμύθια θέλουν να μας μεταδώσουν την αισιοδοξία πως η πορεία μπορεί να είναι  δύσκολη, με πολλούς δράκους, πολλές δοκιμασίες,  αδιέξοδα και μάχες, αλλά στο τέλος θα τα καταφέρουμε, όπως κι οι ήρωές τους”

    Γιατί είναι σημαντική η έρευνα κι η συλλογή όσο το δυνατόν περισσότερων παραλλαγών ενός λαϊκού παραμυθιού;

    Επειδή ή έννοια της παραλλαγής είναι συνυφασμένη με το λαϊκό παραμύθι. Καθώς μεταδίδονταν προφορικά, τα παραμύθια δεν ήταν δυνατό να παραμείνουν ίδια κι απαράλλακτα σε κάθε αφήγηση. Η ανθρώπινη μνήμη είναι πάντοτε ελλιπής. Έμενε γενικά σταθερός ο πυρήνας τους, η δομή της ιστορίας, και άλλαζαν κάποια άλλα στοιχεία, δίνοντας στα παραμύθια μια πολυμορφία που μπορεί να είναι αποκαλυπτική για το νόημά τους. Ας δούμε για παράδειγμα το παραμύθι του Μισοκωλάκη. Είναι ένα μικρό παιδάκι, που μια δράκισσα προσπαθεί να το πιάσει και να το φάει. Το όνομα του παιδιού διαφέρει ανάλογα με τις παραλλαγές. Αλλού το λένε Πιατελάκο, αλλού Τσουκαλάκο ή Βουτυράκη, Ρεβιθούλη κλπ. Έχει διάφορα ονόματα που παραπέμπουν στην ιδέα ότι το παιδί είναι «φαγώσιμο», κινδυνεύει δηλαδή να φαγωθεί. Τα διαφορετικά αυτά μοτίβα είναι σαν ένα παιχνίδι γύρω από τη βασική ιδέα του παραμυθιού, τον φόβο της καταβρόχθισης. Για όλα τα παραμύθια η έρευνα των παραλλαγών είναι απαραίτητη, καθώς μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που θέλουν να πουν.

    Πόσο η ανάπτυξη της ψυχαναλυτικής ανθρωπολογίας συνέβαλε στην επεξεργασία και κατανόηση των μαγικών παραμυθιών;

    Η προσέγγιση της ψυχαναλυτικής ανθρωπολογίας είναι πολύ γόνιμη, καθώς αναδεικνύει τον πλούτο των παραμυθιακών εικόνων και των συμβόλων, μελετώντας όλες τις παραλλαγές των παραμυθιών της προφορικής παράδοσης. Βλέπει στα παραμύθια μηχανισμούς όπως αυτούς των ονείρων, τη συμπύκνωση, τη μετάθεση, το συμβολισμό, τη δευτερογενή επεξεργασία, ψάχνοντας να ανακαλύψει το λανθάνον, το κρυμμένο, ασυνείδητο περιεχόμενό τους. Χρησιμοποιεί όμως ταυτόχρονα και τις γνώσεις που προσφέρει η λαογραφία και  η εθνολογία, χωρίς τις οποίες θα ήταν δύσκολο να κατανοηθούν οι συμβολισμοί αλλά και η γλώσσα των παραμυθιών, που είναι ασφαλώς συνδεδεμένη με τις τοπικές κοινωνίες μέσα στις οποίες κυκλοφορούσαν τα παραμύθια. Πιστεύω πως αυτή η διεπιστημονική προσέγγιση μας βοηθά πολύ να κατανοήσουμε το λαϊκό παραμύθι.

    “Ο κανιβαλισμός στα λαϊκά παραμύθια είναι ένα μεγάλο αίνιγμα. Όπως άλλωστε αινιγματικές και παράξενες είναι γενικότερα οι εικόνες τους, ιδίως αυτών που λέμε «μαγικά παραμύθια».”

    Πόσο εύκολο είναι να εντοπίσουμε χωρίς ανάλογη μόρφωση τους συμβολισμούς που κρύβουν τα λαϊκά παραμύθια, ώστε να μην τα καταδικάζουμε στη λήθη σαν αναχρονιστικά;

    Ας τα αφήσουμε να μιλήσουν μέσα μας, όπως το έκαναν για αιώνες. Πιστεύω πραγματικά πως τα παραμύθια έχουν τόσο σημαντικά πράγματα να μας πουν όπως και οι μύθοι, με τους οποίους άλλωστε  μοιράζονται πολλά κοινά θέματα. Σκεφτείτε πως ακόμα και ο μύθος του Οιδίποδα έγινε παραμύθι και πέρασε στη λαϊκή προφορική παράδοση, μεταδόθηκε δηλαδή από στόμα σε στόμα μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα. Δεν εννοώ πως όλα ανεξαιρέτως τα λαϊκά παραμύθια μπορούν να συγκινήσουν τους σύγχρονους ακροατές, τα περισσότερα όμως μόνο αναχρονιστικά δεν είναι. Το αντίθετο, θέτουν ζητήματα οικουμενικά, πανανθρώπινα, και με τρόπο λιτό, ποιητικό, άμεσο, χωρίς διδακτισμό.

    Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική αύξηση στις εκδόσεις παραμυθιών και παιδικών βιβλίων. Για ποιους λόγους συμβαίνει αυτό κατά τη γνώμη σας;

    Εδώ ας κάνουμε μία διάκριση μεταξύ παραμυθιών και παιδικής λογοτεχνίας. Υπάρχει πράγματι αύξηση στις συλλογές λαϊκών παραμυθιών, που απευθύνονται και σε ενήλικο κοινό, καθώς έχει γίνει  πια συνείδηση ότι τα παραμύθια δεν ήταν ιστορίες μόνο για παιδιά. Ήταν ιστορίες που αφηγούνταν οι ενήλικες μεταξύ τους, για να διασκεδάσουν, να επικοινωνήσουν, να περάσουν την ώρα τους όταν δούλευαν στα νυχτέρια, στα χωράφια κλπ. Τα παιδιά μπορεί να ήταν παρόντα ή και όχι, πάντως η έννοια «παραμύθι» δεν ταυτιζόταν με την παιδική ηλικία, όπως σήμερα. Υπήρχαν βέβαια και παραμύθια ειδικά για παιδιά (με ήρωες παιδάκια, ή κλιμακωτές ιστορίες και ιστορίες με ζώα), αυτές όμως είναι ένα μικρό ποσοστό μέσα στο πλήθος του λαογραφικού υλικού που διασώζεται. Υπήρξε μια επανανακάλυψη των ιστοριών αυτών τα τελευταία 30 χρόνια, που συμβαδίζει και με το ρεύμα της νέο-αφήγησης, της επαγγελματικής αφήγησης. Υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για το είδος παραμύθι κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο. Από την άλλη πλευρά, τα παραμύθια αυτά πολλές φορές δεν θεωρούνται πια κατάλληλα για παιδιά, επειδή έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος που βλέπουμε την παιδική ηλικία και φοβόμαστε πολύ ότι οι δράκοι των παραμυθιών θα τρομάξουν τις μικρές ηλικίες. Έχουμε μία τάση να βλέπουμε σαν ρεαλιστικά τα φανταστικά όντα των παραμυθιών, και να λογοκρίνουμε οτιδήποτε νομίζουμε πως θα μπορούσε να τρομάξει τα παιδιά. Όμως τα λαϊκά παραμύθια λειτουργούν τελείως διαφορετικά. Τα παιδιά ξέρουν πως δράκοι δεν υπάρχουν. Αυτό που μαθαίνουν από τα παραμύθια είναι πως οι δράκοι (οι φόβοι τους δηλαδή), μπορούν να νικηθούν.

    Γιατί θεωρείτε ότι η κατακλείδα των λαϊκών παραμυθιών δεν αρκείται στο “έζησαν αυτοί καλά” αλλά επεκτείνεται στο “κι εμείς καλύτερα”;

    Γιατί τα παραμύθια θέλουν να μας συμπεριλάβουν. Να ταυτιστούμε με τις ηρωίδες και τους ήρωες τους. Το ταξίδι των παραμυθιακών προσώπων είναι και το δικό μας ταξίδι. Τα παραμύθια θέλουν να μας μεταδώσουν την αισιοδοξία πως η πορεία μπορεί να είναι  δύσκολη, με πολλούς δράκους, πολλές δοκιμασίες,  αδιέξοδα και μάχες, αλλά στο τέλος θα τα καταφέρουμε, όπως κι οι ήρωές τους.

    Τί να περιμένουμε από εσάς στο άμεσο μέλλον; Τί σχεδιάζετε;

    Αυτή την εποχή ασχολούμαι με τις ψευδολογίες. Είναι μία κατηγορία παραμυθιών που θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει σουρεαλιστικά. Επίσης ετοιμάζω μία συλλογή με νουβέλες, είναι η δεύτερη μεγάλη κατηγορία παραμυθιών μετά από τα μαγικά και περιλαμβάνει πολλές ενδιαφέρουσες, όχι και τόσο γνωστές διηγήσεις.

    Ποια η συμβουλή σας σε παιδιά και γονείς για να ανταποκριθούν στην σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα;

    Αυτή είναι πολύ δύσκολη ερώτηση. Έχω κι εγώ δύο παιδιά, 12 και 14 χρονών, και πολλές φορές δεν ξέρω καθόλου αν κάνω αυτό που πρέπει. Ένα πράγμα είναι πολύ σημαντικό. Οι γονείς να είμαστε ανοιχτοί και ειλικρινείς με τα παιδιά μας, για να είναι κι εκείνα μαζί μας.  Έτσι χτίζεται σιγά- σιγά η εμπιστοσύνη, κι η εμπιστοσύνη είναι το σημαντικότερο. Όταν υπάρχει αυτή μέσα στην οικογένεια, είναι πιο εύκολο να αντιμετωπιστεί και  οποιαδήποτε εσωτερική ή εξωτερική δυσκολία.

    *Η Εμμανουέλα Κατρινάκη έχει πολυετή παρουσία στον χώρο του παραμυθιού.        Ενδεικτικά: Διδασκαλία στο Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Συνεργασία με το Μουσείο Παραμυθιών της Λευκωσίας. Συμμετοχή στην ομάδα που εξέδωσε το << Κατάλογος των Ελληνικών Μαγικών Παραμυθιών >>. Πολλές δημοσιεύσεις σε Ελλάδα κι εξωτερικό.

    Δείτε ΕΔΩ τα βιβλία της κ. Κατρινάκη 

    Ευχαριστούμε την κ. Κατρινάκη για την παραχώρηση της συνέντευξης και το φωτογραφικό υλικό που μας διέθεσε.

     

     

     

    Δείτε ΕΔΩ περισσότερα από το Kriti360.gr 

    googlenews Kriti360

    Ακολουθήστε το kriti360.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

    ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ