Ακολουθήστε το στο Facebook για να μην χάνετε είδηση!
Η Λίλη Λαμπρέλλη με σπουδές στη Νομική κι έχοντας δουλέψει για χρόνια πολλά ως μεταφράστρια, δηλώνει παραμυθού. Κι όντως είναι – όχι μόνο γιατί έχει υπογράψει πολλά βιβλία, αλλά γιατί ιδίως όσοι τη συναντήσουν από κοντά, θα νιώσουν μεμιάς τη βαθιά πίστη της στη δύναμη των παραμυθιών, μα και τον σεβασμό με το οποίο τα προσεγγίζει και μας τα επικοινωνεί, σα να είναι ένας πολύτιμος θησαυρός. Οι αφηγήσεις της, όσο και τα σεμινάρια της είναι αδύνατον να μη σε συγκινήσουν, μεταφέροντας σε ένα γνησίως παραμυθιακό κόσμο που σε ενηλικιώνει δίχως να σου στερεί τελικά την αθωότητα και την ευαισθησία σου. Τη συναντήσαμε στο 5th Chaniartoon – International Comic and Animation Festival, που τίμησε με την παρουσία της, κι η χαρά μας δεν περιγράφεται!
Επιμέλεια: Έφη Μαλτέζου
Κάθε παραμυθάς – χάρη στην ιδιαίτερη σχέση που έχει αναπτύξει με τα παραμύθια – έχει σχηματίσει έναν πιο προσωπικό ορισμό για αυτά. Εσείς πώς θα τα ορίζατε;
Θα έλεγα πως το παραμύθι είναι μια αληθινή ιστορία που δεν έχει συμβεί ποτέ.
Μετά από τόσο πλούσια εργογραφία, θυμάστε τί ήταν αυτό που σας παρακίνησε να εκδώσετε το πρώτο σας βιβλίο και ποια ήταν η αίσθηση όταν το κρατήσατε στα χέρια σας;
Για όλα μου τα βιβλία ισχύει το ίδιο. Ήθελα και θέλω να μοιραστώ πράγματα που θεωρώ σημαντικά, ελπίζοντας ότι δεν παθιάζουν μόνο εμένα αλλά και άλλους πολλούς. Όσο για τη συγκίνηση όταν κρατάω στα χέρια μου ένα καινούριο δικό μου βιβλίο που μοσχοβολάει χαρτί και φρέσκο μελάνι (η ωραιότερη μυρωδιά του κόσμου), νιώθω πως το μήνυμα που έβαλα στο μπουκάλι κι έριξα στη θάλασσα σίγουρα θα φτάσει κάπου.
“Οι «μάσκες» – ευπρέπειας, τσαχπινιάς, αυτοπεποίθησης, ταπεινότητας, γλυκύτητας, ακόμα και «ντομπροσύνης» – δυσκολεύουν τη ζωή μας και αλλοιώνουν την αφηγηματική μας ικανότητα”
Πέραν όμως των βιβλίων, είστε αγαπητή εξίσου για τις αφηγήσεις σας. Η αφήγηση τελικά είναι μια τέχνη που διδάσκεται ή αποτελεί χάρισμα που είτε διαθέτεις ή όχι;
Πιστεύω πως η αφήγηση προϋποθέτει κυρίως μια αγαπητική ψυχική διάθεση, πρώτα απέναντι στον παραμυθιακό λόγο και μετά σ’ αυτόν που μας ακούει. Δεν έχει να κάνει τόσο με χάρισμα, όσο με την απόφαση να είμαστε αυθεντικοί, με την έννοια να μη χρησιμοποιούμε μάσκες για να χειραγωγούμε τους άλλους, ώστε να είμαστε αρεστοί και να επιβιώνουμε ευκολότερα. Οι «μάσκες» (ευπρέπειας, τσαχπινιάς, αυτοπεποίθησης, ταπεινότητας, γλυκύτητας, ακόμα και «ντομπροσύνης») δυσκολεύουν τη ζωή μας και αλλοιώνουν την αφηγηματική μας ικανότητα, γιατί πρέπει να αφηγούμαστε με αυτό που είμαστε, ενώ η μάσκα (ιδίως αν γίνει ένα με το δέρμα μας) μας κάνει να ξεχνάμε αυτό που είμαστε. Όσο για τις τεχνικές που διδάσκονται, σχεδόν πάντα είναι θεατρικές – που εγώ προσωπικά τις θεωρώ ασύμβατες με την αφήγηση λαϊκών παραμυθιών. Το να «παρασταίνουμε» τον παραμυθά δεν έχει καμιά σχέση με το να «είμαστε» ο παραμυθάς. Είναι απόλυτα θεμιτή η «θεατρική» αφήγηση οποιωνδήποτε γραπτών κειμένων, αλλά δεν είναι αφηγητής λαϊκών παραμυθιών όποιος παρασταίνει τον παραμυθά.
Με ποια κριτήρια επιλέγετε το παραμύθι που θα αφηγηθείτε κάθε φορά;
Για μένα, το ζητούμενο είναι να με επιλέγει το παραμύθι, δηλαδή να με τραβάει από το μανίκι για να το αφηγηθώ, να νιώθω τη λαχτάρα να το αφηγηθώ. Στην ουσία, το ρεπερτόριό μου είναι λυτρωτικά για μένα λαϊκά παραμύθια.

Υπάρχει κάποια αφηγηματική εμπειρία που θα σας μείνει αξέχαστη;
Πολλές, καλές και κακές – παρότι τις καλές τις ξεχνάω εύκολα, ενώ τις κακές (που ευτυχώς δεν είναι πολλές) δεν τις ξεχνάω ποτέ. Τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ εύκολα να αφηγηθώ σε κακή φυσική κατάσταση και ακόμα χειρότερα, όταν εξωτερικές συνθήκες (ακουστικής του χώρου, κινητικότητα των ακροατών ή άλλες) με εμποδίζουν να είμαι «εκεί», «ολόψυχα».
Oι περισσότεροι από μας έχουμε μέσα μας κομμάτια που δεν κατάφεραν να «μεγαλώσουν», που ζητιανεύουν αποδοχή…
Ποια παραμύθια θα προτείνατε στους ενήλικους, μιας που τα λαϊκά παραμύθια έχουν εξ ορισμού εκείνους ως άμεσους αποδέκτες – αφουκραζόμενη τον κοινωνικό παλμό της εποχής μας;
Θα πρότεινα τα μαγικά παραμύθια που είναι η βασική κατηγορία λαϊκών παραμυθιών, γιατί πραγματεύονται κάτι διαχρονικό και οικουμενικό: τη μετάβαση στην ενηλικίωση. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι από μας έχουμε μέσα μας κομμάτια που δεν κατάφεραν να «μεγαλώσουν», που ζητιανεύουν αποδοχή, επιβράβευση, διακρίσεις ή πλουτισμό που δεν είναι ψυχικός. Αυτό δεν συμβαίνει ποτέ στους ήρωες ή στις ηρωίδες των μαγικών παραμυθιών. Αναζητούν την ουσία της ύπαρξης προχωρώντας σαν υπνοβάτες προς την αυτονομία και τη γνώση του εαυτού, μακριά από κάθε είδους υποτέλεια, αυταρχισμό, χειραγωγία. Με αληθινή ταπεινότητα και γενναιότητα.
Τί είναι αυτό που καθιστά την αφήγηση μόνιμα επίκαιρη σε μια εποχή που η τεχνολογία εμπλουτίζει το καθετί γύρω μας, με αποτέλεσμα το απλό να θεωρείται από πολλούς λίγο και φτωχό;
Κακά τα ψέματα. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι το φανατικό κοινό ακροατών λαϊκών παραμυθιών είναι περιορισμένο. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται ούτε καν να γνωρίσουν κάτι που πραγματικά μοιάζει «λίγο και φτωχό». Γι’ αυτό πολλαπλασιάζονται και όσοι καλοπροαίρετα δηλώνουν «παραμυθάδες», ενώ θεωρούν την αφήγηση κάτι «λίγο και φτωχό» και επιζητούν να την κάνουν θέαμα, «ποιοτικό» κατά προτίμηση. Όμως η αφήγηση παραμυθιών δεν είναι θέαμα, ούτε καν ακρόαμα. Είναι μια ζωντανή σχέση με βάση παμπάλαιες οικουμενικές ιστορίες που αφορούν το μεγάλωμα της ψυχής. Αυτή η κοινωνία ψυχών τη στιγμή της αφήγησης δεν είναι ασύμβατη με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, αλλά αντίθετα μας βοηθάει να την αντέξουμε, βγάζοντάς μας από την απομόνωση της διαδικτυακής εργασίας, της διαδικτυακής πληροφορίας και της διαδικτυακής επικοινωνίας, θυμίζοντάς μας ότι είμαστε «ολοζώντανοι».
“Για μένα, το ζητούμενο είναι να με επιλέγει το παραμύθι, δηλαδή να με τραβάει από το μανίκι για να το αφηγηθώ, να νιώθω τη λαχτάρα να το αφηγηθώ”
Μαθητεύσατε κοντά στον Ανρί Γκουγκό – γνωστό Γάλλο συγγραφέα και παραμυθά – , υπογράφοντας μάλιστα την ελληνική μετάφραση στο βιβλίο του, “Το γέλιο του βατράχου”. Κάνετε συχνά αναφορές στο πρόσωπο του, με λόγια που φανερώνουν την ευγνωμοσύνη σας και την επίδραση του στο έργο σας. Πείτε μας ποιες βασικές αρχές του, σας βρήκαν σύμφωνη κι υιοθετείτε στις αφηγήσεις σας;
Είχα πολλούς δασκάλους στην τέχνη της αφήγησης και είμαι ευγνώμων απέναντι σε όλους, όπως και σε ανθρώπους από άλλους χώρους που είχα την τύχη να συναντήσω στη ζωή. Όμως περισσότερο από όλους χρωστάω στον Ανρί Γκουγκό. Όλοι οι παραμυθάδες που υπήρξαν δάσκαλοί μου πρότειναν τον δικό τους τρόπο αφήγησης σαν «ζητούμενο», σαν τον ιδανικό τρόπο αφήγησης – εκτός από τον Γκουγκό που μας έσπρωχνε να αφηγηθούμε με αυτό που είμαστε, που είναι διαφορετικό στον καθένα και όχι να μιμηθούμε κάποιον που οι αφηγήσεις του μας συγκινούν. Στο εργαστήρι του δεν υπήρξαν ποτέ δυο παραμυθάδες ή παραμυθούδες που να αφηγούνται με τον ίδιο τρόπο. Μας έλεγε: «Εγώ αφηγούμαι καθιστός γιατί είμαι ηλικιωμένος, αλλά εσείς θα πρέπει να νιώθετε ελεύθεροι να αφηγείστε όπως αισθάνεστε καλύτερα – καθιστοί, όρθιοι, με κίνηση, ακόμα και με χορό ή τραγούδι – που όμως δεν πρέπει να εντυπωσιάζει με την καλλιτεχνική του αρτιότητα. Δεν πρέπει τίποτα να είναι σε μεγάλες δόσεις ή να παραπέμπει σε σκηνοθεσία, χορογραφία, έντεχνο τραγούδι, «one man show». Είμαστε εμείς, «ολόκληροι», σε μια ξεχωριστή στιγμή, ταπεινοί και ευάλωτοι, αλλά αληθινοί. Ο καλός παραμυθάς δεν πρέπει να είναι «ωραίος» αλλά αληθινός. Πώς να μη συμφωνήσει κανείς μ’ αυτές τις αρχές;
Πρόσφατα βρεθήκατε στα Χανιά όπου παρουσιάσατε το βιβλίο του Ανρί Γκουγκό και χαρίσατε κι ένα σεμινάριο αφήγησης στα πλαίσια του Chaniartoon Festival. Σας είδαμε να το απολαμβάνετε. Τί σας προσφέρει η επαφή με τον κόσμο που έρχεται να σας συναντήσει, να σας ακούσει;
Αλήθεια είναι ότι απόλαυσα και την παρουσίαση του υπέροχου βιβλίου, και κατά μείζονα λόγο το σεμινάριο (το πρώτο δικό μου «διά ζώσης» μετά από την αρχή της πανδημίας). Είναι για μένα ζωτική ανάγκη να μοιράζομαι όλα όσα ξέρω για τα παραμύθια και την αφήγησή τους που τα θεωρώ δώρα ζωής – πώς μπορεί κανείς να τα κρατάει για τον εαυτό του; Οι παραμυθάδες – παραμυθούδες που ευδοκιμούν στα Χανιά είναι ευλογία για την πόλη. Η χαρά μου που ανταλλάξαμε εμπειρίες ήταν μεγάλη. Εύχομαι να ξαναβρεθούμε στο φεστιβάλ Chaniartoon και ευχαριστώ από καρδιάς τον Μάριο Ιωαννίδη για την πρόσκληση, τον Φώτη Δούσο για την εξαιρετική ομιλία και τις παραμυθούδες που αφηγήθηκαν παραμύθια από «Το γέλιο του βατράχου» για τις συγκινητικές αφηγήσεις, παρά τις δύσκολες συνθήκες. Πάντα ν’ ανταμώνουμε στα μονοπάτια των παραμυθιών!
Περιμένουμε με ανυπομονησία το επόμενο σας βήμα. Τί έχετε στα σκαριά;
Τυχαίνει να ετοιμάζονται τρία βιβλία, ενώ συνήθως είναι ένα στα σκαριά. Το πρώτο που θα κυκλοφορήσει είναι μια μικρή συλλογή από τρία πανέμορφα λαϊκά παραμύθια (με τίτλο «Τσουγκρούτ κι άλλα δυο λαϊκά παραμύθια»), σε απίστευτη εικονογράφηση του Αχιλλέα Ραζή. Το δεύτερο θα βγει στις αρχές του 2022, και είναι μια νουβέλα με τίτλο «Το πέρασμα -Αϊβαλί – Μυτιλήνη 1922». Το τρίτο αυτή τη στιγμή εικονογραφείται από την ονειρική Κέλλυ Ματαθία-Κόβο και θα έχει τίτλο «Τη μέρα που η αλεπού έγινε κόκκινη». Όλα σε εκδόσεις Πατάκη.
- Ενδεικτική εργογραφία η σειρά “Κι αν σου μιλώ με παραμύθια”, “Λόγος εύθραυστος κι αθάνατος”