Από τότε που ξεκίνησαν οι επαφές μεταξύ των προέδρων ΗΠΑ και Ρωσίας, εδώ και οκτώ μήνες δηλαδή, κάθε φορά που είχαν μια συνομιλία αλλά και μετά τη συνάντηση στην Αλάσκα, ο τύπος κατακλυζόταν από δηλώσεις πρωθυπουργών ευρωπαϊκών κρατών, υπουργών, αξιωματούχων της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, της Μ. Βρετανίας, κάθε λογής αναλυτών και “ειδικών” που σχολίαζαν και αντιδρούσαν.

Αυτή τη φορά, μόλις ανακοινώθηκε ότι θα υπάρξει συνάντηση Τραμπ και Πούτιν στη Βουδαπέστη με αντικείμενο την Ουκρανία, ακολούθησε απόλυτη σιωπή.

Κανείς δεν έβγαλε άχνα. Το μόνο που υπήρξε ήταν μια δήλωση του… εκπροσώπου τύπου της Κομισιόν.

Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ΗΠΑ και Ρωσία στην πραγματικότητα είναι κοντά σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει πολλά περισσότερα από την Ουκρανία.

Είναι γνωστό πως, όταν διεξάγονται συνομιλίες μεταξύ κρατών, οι ηγέτες τους δεν συζητούν μεταξύ τους για διάφορες λεπτομέρειες – γι’ αυτά υπάρχουν υπουργοί εξωτερικών και ολόκληροι στρατοί από διπλωμάτες και συμβούλους. Οι πρόεδροι συνήθως δίνουν τον τόνο στην αρχή, καθοδηγούν παρασκηνιακά και επικυρώνουν όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί, στο τέλος.

Επίσης, αν υπάρχουν διαφωνίες που φαίνονται αξεπέραστες, τότε οι συνομιλίες απλά διακόπτονται και οι πλευρές συμφωνούν “να τα ξαναπούν” κάποια στιγμή, ελπίζοντας ότι κάτι θα αλλάξει προς όφελός τους στο μεσοδιάστημα. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα για μας είναι οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό ή τα Ελληνοτουρκικά που εδώ και δεκαετίες ξεκινούν, διακόπτονται, συνεχίζουν, ξαναδιακόπτονται και ξεκινούν από την αρχή σε διάφορα επίπεδα.

Όμως, από τον Φεβρουάριο, Τραμπ και Πούτιν έχουν μιλήσει οκτώ φορές στο τηλέφωνο και έχουν συναντηθεί μια φορά δια ζώσης.

Δημόσια, Αμερικανοί και Ρώσοι μετά από κάθε τέτοια συνομιλία έλεγαν περίπου τα ίδια. Ουκρανία, Ουκρανία, Ουκρανία και κάποιες νύξεις για οικονομική συνεργασία.

Είναι αδύνατον όμως να συζητούν μόνο γι’ αυτά. Γιατί αν χρειάζεται οι πρόεδροι κάθε μήνα να συζητούν τα ίδια θέματα, αυτό θα σήμαινε μόνο ότι διαφωνούν ριζικά. Σε τέτοια περίπτωση οι συνομιλίες απλά παύουν, πράγμα που εδώ δεν συμβαίνει.

Το ότι συζητούν κάθε τόσο, δείχνει το αντίθετο: ότι οι δύο πλευρές συμφωνούν και προσθέτουν θέματα στη συζήτηση – αλλιώς δεν θα χρειαζόταν να μιλήσουν τόσες φορές.

Ποια μπορεί να είναι αυτά;

Υπάρχει η δεδομένη απόφαση των ΗΠΑ να ρίξουν όλο το βάρος τους προς την ευρύτερη περιοχή του Ειρηνικού και την Άπω Ανατολή για να αντιμετωπίσουν την Κίνα που θεωρούν ως βασική υπαρξιακή απειλή.

Ο Τραμπ το έχει πει ξεκάθαρα δεκάδες φορές και σε αυτό δεν έχει υπάρξει καμία διαφωνία από κανένα πολιτικό στρατόπεδο εντός των ΗΠΑ.

Για να το κάνει όμως, πρέπει να αποδεσμευτεί από την Ουκρανία και την Ευρώπη, γιατί οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα δύο μέτωπα. Αν είχαν τη δυνατότητα αυτή, δεν θα το συζητούσαν καν.

Αλλά για να αποδεσμευτεί, πρέπει να συμφωνήσει με τη Ρωσία και μάλιστα σε μακροχρόνια βάση, γιατί η αντιπαράθεση με την Κίνα θα κρατήσει δεκαετίες.

Πρόκειται για μια τεκτονική αλλαγή, παρόμοιας τάξης μεγέθους με εκείνη που συνέβη τη δεκαετία του 1970, όταν ο Νίξον συμφώνησε με τον Μάο και από την οποία ξεκίνησε η απομάκρυνση της Κίνας από την ΕΣΣΔ και η προσέγγιση με τις ΗΠΑ.

Μια τέτοια συνεννόηση πρέπει να περιλαμβάνει τα πάντα: από τις σφαίρες επιρροής μέχρι τα σύνορα και τους μηχανισμούς συνεργασίας, στρατιωτικές και οικονομικές πτυχές και – το σημαντικότερο για μας – την Ευρώπη.

Με δεδομένο ότι η Ρωσία με τη διάλυση της ΕΣΣΔ έχει απωλέσει εδάφη που ιστορικά, πολιτικά και πολιτισμικά βρίσκονταν στο δικό της πεδίο – μεταξύ αυτών η Ουκρανία, αλλά όχι μόνο αυτή – είναι λογικό ότι το μίνιμουμ των απαιτήσεών της για μια μακροχρόνια εξομάλυνση σχέσεων με τις ΗΠΑ είναι να τα πάρει πίσω στη σφαίρα επιρροής της, ενώ υπάρχουν και ζητήματα στρατιωτικής φύσεως που αφορούν την ανατολική Ευρώπη και το ΝΑΤΟ.

Μια ένδειξη γύρω από το πού μπορεί να κινείται η συζήτηση έρχεται από τον Δεκέμβριο του 2021 όταν η Ρωσία είχε ουσιαστικά επιδώσει κάτι σαν τελεσίγραφο που απαιτούσε την απομάκρυνση των στρατιωτικών υποδομών του ΝΑΤΟ από την ανατολική Ευρώπη, στην προ του 1997 κατάσταση.

Αυτό δεν σημαίνει ότι Πούτιν και Τραμπ τα έχουν… κανονίσει όλα. Αλλά αν καταλήξουν σε συμφωνία για την Ουκρανία και μπουν στον δρόμο της συνεννόησης, σταδιακά θα κανονίσουν και τα υπόλοιπα.

Η Ευρώπη, σε αυτή τη λογική, από σύμμαχος και συνομιλητής των ΗΠΑ, μετατρέπεται σε μέρος του… εμπορεύματος στο παζάρι μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.

Με το εμπόρευμα δεν μιλάνε. Το αγοράζουν και το πουλάνε.

Ταυτόχρονα στο εσωτερικό της ΕΕ εδώ και καιρό υπάρχουν προβλήματα και αντιπαραθέσεις που πηγάζουν από την οικονομική δυσπραγία και την χρόνια πολιτική της ανεμελιάς, της διάλυσης της παραγωγικής βάσης και της όξυνσης των ανισοτήτων μεταξύ κρατών και εντός τους. Ειδικά τα τελευταία χρόνια όλα αυτά έμπαιναν κάτω από το χαλί, με την μόνιμη επωδό από την Κομισιόν ότι τώρα έχουμε την Ουκρανία, δεν γίνεται να ασχοληθούμε με κάτι άλλο.

Αν ΗΠΑ και Ρωσία συμφωνήσουν να τελειώσουν τον πόλεμο στην Ουκρανία με οποιονδήποτε τρόπο, θα εξαναγκάσουν την Ευρώπη να το αποδεχθεί, διότι η ΕΕ δεν μπορεί μόνη της να τον συνεχίσει χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ και δεν έχει τρόπο να πει όχι.

Επίσης απ’ έξω καιροφυλακτεί η Βρετανία, η οποία από τότε που βγήκε από την ΕΕ, έχει κάθε συμφέρον να επανέλθει στην αιώνια πολιτική της του διαίρει και βασίλευε μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών και μια ενωμένη ΕΕ δεν της χρειάζεται… καθόλου.

Τότε είναι που θα εμφανιστεί ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ένωση, να ξεκινήσουν διαλυτικά φαινόμενα στο εσωτερικό της. Γιατί η βάση της ΕΕ ήταν πάντα οικονομική και το οικονομικό όφελος για τα μικρότερα κράτη ήταν αυτό που τα προσέλκυε και τα κρατούσε.

Τώρα, σε εποχή που σοβαρά οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζουν οι μεγαλύτερες οικονομίες της ένωσης, δεν θα έχουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν το κοινό ταμείο για να ωφελούνται οι μικρότεροι. Και τα δανεικά θα απομείνουν η μοναδική δυνατότητα σε αυτόν τον τομέα, όπως έχει ήδη γίνει εν μέρει με το Ταμείο Ανάκαμψης.

Από χρέη όμως, έχουμε ήδη όλοι μπόλικα.

Ίσως η αντίληψη αυτής της προοπτικής να είναι η αιτία για την εκκωφαντική σιωπή μετά την ανακοίνωση για τη συνάντηση Πούτιν-Τραμπ.

Οι ηγέτες και οι “ηγέτες” της ΕΕ έπρεπε βέβαια να το είχαν σκεφτεί όταν ξεκινούσε η όλη υπόθεση με την Ουκρανία. Υπήρχαν πολλές φωνές που έλεγαν ότι ο μεγαλύτερος χαμένος από όλο αυτό θα είναι η Ευρώπη και κυρίως οι απλοί πολίτες της.

Τώρα, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος όλο αυτό να ξεπεραστεί.

Αν υπάρχει τέτοιος τρόπος δηλαδή…

kriti360.gr – Λεωνίδας Φιλικόζης