Ένας διάλογος με την κοινωνία, μια ανταλλαγή απόψεων με έμφαση στην αξία των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών και στη συμβολή τους για τη διαμόρφωση της προσωπικής, πολιτισμικής και ιστορικής ταυτότητάς μας, διεξήχθη το διήμερο 7 και 8 Μαρτίου στο Σπίτι του Πολιτισμού, στο Ρέθυμνο.

Η πρωτοβουλία ήταν εξαιρετικά σημαντική, διότι διερχόμαστε εντός ενός περιβάλλοντος έντονης αστάθειας, αμφισβήτησης και αναθεώρησης για όλα και προς όλα. Οι επιρροές που δεχόμαστε, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, είναι καθοριστικές για την πορεία μας. Κάποιες, δε, εξ αυτών κρύβουν σοβαρούς κινδύνους.

Το πρώτο Φεστιβάλ Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών πρόσφεραν το Κέντρο Ερευνών και Μελετών του Πανεπιστημίου Κρήτης για τις Ανθρωπιστικές, τις Κοινωνικές και τις Επιστήμες της Αγωγής (ΚΕΜΕ-ΠΚ) και το Τμήμα Παιδείας, Νέας Γενιάς και Δια Βίου Μάθησης του Δήμου Ρεθύμνης σε συνδιοργάνωση με τις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ρεθύμνου.

Καταρρίπτοντας μία παρανόηση

Η Στέλλα Γιακουμάκη, Διευθύντρια του ΚΕΜΕ και καθηγήτρια στο τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης ξεκίνησε τις δηλώσεις της με μία γενικότερη διαπίστωση: “Τα τελευταία χρόνια δίδεται όλο και μεγαλύτερη έμφαση στα επιτεύγματα της τεχνολογίας, στην πρόοδο που επιτυγχάνει η τεχνολογία στην καθημερινότητά μας: από τον τρόπο που επικοινωνούμε μέχρι τον τρόπο που αλλάζει πια η Ιατρική, οι ιατρικές πράξεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της υγείας μας”.

Ουδείς, όπως διευκρίνισε, “δεν αμφισβητεί τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και τη σημασία τους. Όμως, παράλληλα, δημιουργείται η εντύπωση ότι οι ανθρωπιστικές και οι κοινωνικές επιστήμες ίσως δεν είναι απαραίτητες, ίσως δεν είναι αναγκαίες στην καθημερινότητά μας”.

Αυτό γίνεται εμφανές σε πάρα πολλά επίπεδα. “Γίνεται εμφανές σε επίπεδο εκπαίδευσης: δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που συζητούσαμε τη μείωση των σχετικών μαθημάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Το βλέπουμε στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, με τον αριθμό των νέων φοιτητών που έρχονται να σπουδάσουν στα τμήματά μας, να βαίνει σταθερά μειούμενος. Το βλέπουμε στην υποχρηματοδότηση της έρευνάς μας. Το βλέπουμε ακόμα και στην αγορά εργασίας”.

 

Αλλαγή κουλτούρας, εκπαίδευση και εγρήγορση

Η Μελίνα Ταμιωλάκη, Αντιπρύτανης Ανάπτυξης, Διεθνών Σχέσεων και Εξωστρέφειας του Πανεπιστημίου Κρήτης, συνεχάρη τους διοργανωτές για την έμπνευσή τους, να διοργανώσουν ένα τέτοιο φεστιβάλ, με ιδιαίτερους συμβολισμούς: σαν να ήταν ένα είδος τιμής και γιορτής των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, επανερχόμενες στο ξέφωτο του δημοσίου ενδιαφέροντος.

Σπουδαία, επίσης, για την κα Ταμιωλάκη ήταν συμμετοχή της νέας γενιάς, που προσέδωσε μία αισιόδοξη και ελπιδοφόρα επίγευση στο όλο εγχείρημα.

Το μήνυμα που θέλησε να στείλει η Καθηγήτρια αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, είναι ότι “οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες είναι εδώ, έχουν συνέχεια και μπορούν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες”.

Τα χρηματοδοτικά εργαλεία για την εφαρμοσμένη έρευνα μπορεί να είναι περισσότερα, ωστόσο ευκαιρίες υπάρχουν και για τις θετικές, και για τις ανθρωπιστικές – κοινωνικές επιστήμες.

Η κουλτούρα των συναδέλφων που θεραπεύουν από τις ανθρωπιστικές επιστήμες, πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να αποκτήσουμε μία περισσότερη εγρήγορση, μία ευελιξία” είπε χαρακτηριστικά η κα Ταμιωλάκη.

Παραδείγματος χάρη, στο πρόγραμμα “Ορίζοντας Ευρώπη” της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τώρα σε κάθε προκήρυξη υπάρχει η δυνατότητα να υπάρχει ένα κομμάτι σχετικό με τις ανθρωπιστικές επιστήμες: ακόμη και μία προκήρυξη για ένα project που θα είναι για Ιατρική ή για υπολογιστές ή για την κλιματική αλλαγή, υπάρχει στρατηγική προτεραιότητα ένα κομμάτι να αφορά τις ανθρωπιστικές επιστήμες.

Το θέμα είναι ότι πρέπει να εκπαιδευτούμε για όλα αυτά, να τα ψάξουμε και να κοπιάσουμε για να έρθουν αυτές οι χρηματοδοτήσεις. Από την πλευρά του Πανεπιστημίου κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε τους ερευνητές, τους καθηγητές, να έχουν στήριξη όταν ετοιμάζουν τέτοιες προτάσεις”.

 

Η τεχνολογική ανάπτυξη δεν φέρνει (πάντα) την ευτυχία!

Ο Νεκτάριος Παπαδογιάννης, Αντιδήμαρχος Παιδείας του Δήμου Ρεθύμνης, εξέτασε μέσα από ένα πολιτικό πρίσμα τη σημαντικότητα και τη συμβολή των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, στην εξέλιξη του πλανήτη.

Η τεχνολογική πρόοδος, λαμβάνοντας ανεξέλεγκτη ροή και διάσταση, μας παρασύρει – πολλές φορές σε αβαθή ηθικά ύδατα, σε μία διεθνή συγκυρία όπου η δημοκρατία, εκ των πραγμάτων, απαξιώνεται και αποσυναρμολογείται.

Είμαστε σε μία πόλη (Ρέθυμνο) που είναι η έδρα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Οι σχολές – εδώ – οι περισσότερες είναι σχολές ανθρωπιστικών, κοινωνικών και παιδαγωγικών επιστημών.

Η ταχεία εξέλιξη της επιστήμης, όσον αφορά τις θετικές επιστήμες, τις βιοϊατρικές και τις τεχνολογικές, πρέπει οπωσδήποτε να συνοδεύεται από παρόμοια εξέλιξη και προσοχή στις ανθρωπιστικές, κοινωνικές και παιδαγωγικές επιστήμες.

Είναι κάτι που το βλέπουμε καθημερινά: υπάρχουν πάρα πολλά ηθικά διλήμματα, θέματα δημοκρατίας, μέσα από την εξέλιξη της τεχνολογίας.

Οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες μας βοηθούν να καταλάβουμε, ακριβώς, το περιβάλλον που εξελίσσεται αυτή – η συγκεκριμένη- τεχνολογική πρόοδος και πώς μπορεί αυτή (η πρόοδος) να τιθασεύεται προς όφελος των ανθρώπων, ιδίως εκείνων που είναι σε μειονεκτική θέση.

Αυτό ακριβώς είναι η δημοκρατία!

Είναι σημαντικό να περνάμε το μήνυμα στην κοινωνία, ότι οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες είναι εξαιρετικά σημαντικές”.

Ο κ. Παπαδογιάννης έθιξε ένα ακόμη υπαρκτό φαινόμενο των -πολλών – τελευταίων ετών

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη δυσκολία στο να αποκατασταθούν επαγγελματικά, ένας μεγάλος αριθμός, αποφοίτων ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών.

Αυτό είναι θέμα πολιτικών επιλογών, ξεκάθαρα.

Στα σχολεία πχ σήμερα ξεκινούν δειλά δειλά να μπαίνουν οι ψυχολόγοι – στο παρελθόν ήταν οι Κοινωνιολόγοι, και πρέπει να ξαναμπούν ακόμα περισσότερο.

Πρέπει επίσης να εισαχθούν πιο δυναμικά τα θέματα φιλοσοφίας, της ιστορίας, της ταυτότητας, του πολιτισμού: τα θέματα δηλαδή της πραγματικής ζωής.

Η ευτυχία και η πρόοδος του ανθρώπου δεν μπορούν να στηρίζονται μόνο στην τεχνολογική ανάπτυξη”.

Η “επανανακάλυψη ενός ανθρωπισμού”

Ο Ανδρέας Φουντουλάκης, Καθηγητής Ελληνικής Φιλολογίας και Θεατρικής Παιδείας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, και Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής, στην ομιλία του επικεντρώθηκε στις κλασικές αφηγήσεις της αρχαίας ελληνικής και λατινικής λογοτεχνίας.

Εξήγησε γιατί είναι καίριες, καθώς υπογράμμισε επιμέρους στοιχεία τους, ανυψώνοντας τη διαχρονική συνεισφορά τους στην οικοδόμηση μίας υγιούς κοινωνίας, με αξιακή πανοπλία και ηθικοπλαστικά έρμα, “για τους ανθρώπους πολλών εποχών και πολλών διαφορετικών κοινωνιών”.

Στο πλαίσιο των ζητημάτων που απασχολούν την ακαδημαϊκή κοινότητα, ευρύτερα και την κοινωνία, πρόταξε την ανθρωπιστική προοπτική που -θεωρεί ότι – η εκπαίδευση και η κοινωνία πρέπει να φέρουν.

Προφανώς, δεν είμαι κατά της προόδου της τεχνολογίας. Θα ήταν αφελές, εκ μέρους μου, αν ισχυριζόμουν κάτι τέτοιο. Θεωρώ, όμως, ότι αυτό που ονομάζουμε “ανθρωπισμός” είναι κάτι που δίνει μία προοπτική στο τί κάνουμε. Στην ουσία απαντά στο ερώτημα “γιατί το κάνουμε”. Η δική μου απάντηση είναι ότι το κάνουμε για τον άνθρωπο: όχι για το κέρδος, όχι για κάτι το οποίο ονομάζουμε πρόοδο και είναι νεφελώδες.

Όλα αυτά, όμως, θεωρώ ότι πρέπει να περιστρέφονται γύρω από τον άνθρωπο και γύρω από τα θεμελιώδη ερωτήματα που αφορούν τη ζωή του, τα οποία αυτές οι κλασικές αφηγήσεις έρχονται – ξανά και ξανά – να μας θυμίσουν”.

Με λίγα λόγια, ο κ. Φουντουλάκης μίλησε για μία “επανανακάλυψη ενός ανθρωπισμού, ο οποίος θα πρέπει να υπάρχει στη σημερινή εκπαίδευση, στη σημερινή κοινωνία, για να μπορούμε να έχουμε μία στόχευση για εμάς τους ίδιους και όχι για αόριστα νεφελώματα που δεν έχουν καμία πραγματική σχέση με τη ζωή των ανθρώπων και όσα -πραγματικά – οι άνθρωποι επιθυμούν”.

Στη σημερινή διαπολιτισμική και πολυπολιτισμική κοινωνία, η εκπαίδευση οφείλει να ανταποκρίνεται σε μία πραγματική κοινωνική ανάγκη, κατέληξε.

Η καλλιέργεια του ορθού λόγου και του κριτικού πνεύματος

Στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ανθρωπιστικές σπουδές, παγκοσμίως, αναφέρθηκε ο Αντώνης Αναστασόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Οθωμανικής Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστήμιου Κρήτης.

Δεν είναι σωστό να αντιμετωπίζουμε τις ανθρωπιστικές σπουδές, τη γνώση γενικά και την επιστήμη συνολικά, στενά με οικονομικούς ή χρησιμοθηρικούς όρους” υποστήριξε, τονίζοντας τη

“μεγάλη σημασία” που έχει η καλλιέργεια της γνώσης, η επιστημονική έρευνα και η “απρόσκοπτη λειτουργία” των πανεπιστημιακών θεσμών.

Το Πανεπιστήμιο, εκτός από ένας χώρος όπου μεταδίδεται η γνώση και διεξάγεται η έρευνα, είναι κι ένας χώρος όπου καλλιεργείται ο ορθός λόγος: καλλιεργείται το κριτικό πνεύμα, δηλαδή αξίες σημαντικές για να έχουμε σκεπτόμενους ανθρώπους και ενεργούς πολίτες, αξίες σημαντικές για τη δημοκρατία. Από αυτή τη σκοπιά πρέπει να αντιμετωπίζουμε το Πανεπιστήμιο: δηλαδή, στο πλαίσιο ενός αξιακού συστήματος που είναι έξω από τις οικονομικές αξίες και τους στενά χρησιμοθηρικούς σκοπούς”.

Ο κ. Αναστασόπουλος περιστράφηκε γύρω και από το επιστημονικό του αντικείμενο, αυτό της Ιστορίας και Αρχαιολογίας, βρίσκοντας ενδιαφέρον ότι “η ιστορία και η αρχαιολογία είναι ολόγυρά μας, ιδίως στην Ελλάδα.

Είναι επίσης επιστημονικά πεδία με πρακτικές εφαρμογές στην πράξη, και από την άποψη της αξιοποίησής τους στο πλαίσιο του τουρισμού. Είναι θετικό και καλό να υπάρχει μεγαλύτερη διάδραση και επικοινωνία μεταξύ αυτών που γίνονται στο Πανεπιστήμιο και αυτών που συμβαίνουν στην πόλη μας και ευρύτερα στην Ελλάδα” επεσήμανε κλείνοντας.

goodnet.gr